ψύχω,άνθρωποι

πρωινό ξύπνημα

Ξύπνησες με την Άνοιξη μπλεγμένη στα ανάκατα μαλλιά σου. Όλος ο ήλιος τρύπωνε από τα μισάνοιχτα μάτια σου ως τα αβυσσαλέα μέρη της καρδιάς σου, στάζοντας φως. Ανασάλεψες, σφάλισες τα μάτια γλυκά και χαμογέλασες ανυψώνοντας τις άκρες των χειλιών σου σε έκεινη τη συγκλονιστική καμπύλη με την οποία δεν θα πάψω ποτέ να είμαι ερωτευμένος.

Αντιστάθηκα να μη σε κατασπαράξω -θέε μου- και σκόρπισα τις αισθησείς μου στο αναστατωμένο μας δωμάτιο.  Χτεσινοβραδυνοί ψίθυροι αιωρήθηκαν ως το ταβάνι, ανακατεύτηκαν με τις αιμάτινες μυρωδιές των κορμιών μας και ταξίδεψαν στο σύμπαν μπαλόνια κόκκινα. Μέθυσα με τη σκέψη του ζωντανής σου σάρκας και συμπυκνώθηκα, ευθύς, σταλαγματιά να στάζω πάλι πλάι σου.

Τι να συμβαίνει πίσω από τα βλέφαρα σου τάχα;

Γουργούρισες κι έψαξες με το νυσταγμένο σου χέρι το πρόσωπό μου. Αφέθηκα σε έκεινο το μαγικό, ανεπαίσθητο άγγιγμα. Ήσυχος κι  ανήμπορος, ολότελα αφιερωμένος σ’ Εσένα. Με πλησίασες ξέροντας πάντα την ακριβή θέση των χειλιών μου. Σε φίλησα και είδα, πίσω απ’τα σφαλιστά σου βλέφαρα, να βλέπεις τον εαυτό μου καλύτερο, ομορφότερο , δυνατότερο. Με φίλησες και με μάτια κλειστά είδες να  βλέπω τη μορφή σου με αγάπη.

Και  τότε, η αγάπη ολόκληρη φτερούγισε ανάμεσά μας, τρεμούλιασε στο πάγωμα του χρόνου κι έγινε έρωτας ξανά και πάλι.

Κλασσικό

5 σκέψεις σχετικά με το “πρωινό ξύπνημα

Σχολιάστε